Καθημερινά οι γονείς έρχονται αντιμέτωποι με την επιβολή ορίων στα παιδιά, μια διαδικασία ιδιαίτερα δύσκολη. Όταν κάποιος ακούει τη λέξη “όρια” αυτόματα το μυαλό του κατακλύζεται από αρνητικές εμπειρίες και βιώματα, καθώς έχει ταυτιστεί με στερήσεις και τιμωρίες. Αναρωτιέται, επομένως, ο γονέας αν είναι έτοιμος να οριοθετήσει τη συμπεριφορά του παιδιού του. Οι γονείς εκφράζουν ανησυχία, καθώς δεν είναι σίγουροι για τον τρόπο που θα θέσουν όρια στο παιδί χωρίς να γίνουν αυστηροί και χωρίς να αισθανθούν ενοχές.
Ας δούμε τί σημαίνει “βάζω όρια”. Σημαίνει ότι κάτι επιτρέπεται και κάτι όχι, κάποιες συμπεριφορές είναι αποδεκτές και κάποιες όχι. Κανόνες μπαίνουν σε διάφορες καταστάσεις της καθημερινότητας, όπως για παράδειγμα κανόνες για τον ύπνο, για την τακτοποίηση των παιχνιδιών, για τις ώρες εξόδου σε έναν έφηβο.
Πριν ξεκινήσουν τη διαδικασία της οριοθέτησης οι γονείς θα ήταν χρήσιμο να έχουν συζητήσει μεταξύ τους και να έχουν αποφασίσει για τους κανόνες που θα θέσουν στο παιδί τους, την γραμμή διαπαιδαγώγησης που θα ακολουθήσουν. Είναι σημαντικό να ισχύουν οι ίδιοι κανόνες κάθε φορά και από τους δύο γονείς, να είναι δηλαδή ξεκάθαρο στο παιδί ποια συμπεριφορά επιτρέπεται και ποια όχι. Με τον τρόπο αυτό αποφεύγονται τα διπλά μηνύματα που μόνο σύγχυση και ανασφάλεια θα προκαλέσουν στο παιδί.
Για να είναι αποτελεσματικά τα όρια χρειάζεται να υπάρχει:
Τα όρια βοηθούν το παιδί να νιώσει ασφάλεια και να αναπτυχθεί ψυχοσυναισθηματικά υγιή. Μέσα από τη διαδικασία της οριοθετησης το παιδί αποκτά αυτοέλεγχο, εδραιώνει την αυτοσυγκράτηση και την αυτοπειθαρχία. Προετοιμάζεται έτσι για την ενήλικη ζωή, η οποία διέπεται από όρια και κανόνες.
Ειρήνη Τζήκα,
Ψυχολόγος