“Ο σωστός έπαινος για τα παιδιά, είναι ότι ο ήλιος για τα λουλούδια”
– Μ. Γκάντι
Η επιβράβευση αποτελεί ίσως ένα από τα πιο σημαντικά στοιχεία της συμπεριφοράς των γονέων και των εκπαιδευτικών προς τα παιδιά. Οι θεωρίες περί θετικής/αρνητικής ενίσχυσης – επιβράβευσης στηρίχτηκαν στη βάση του συμπεριφορισμού ότι η αλληλεπίδραση του ατόμου με τα ερεθίσματα του περιβάλλοντος οδηγεί στη διαμόρφωση της συμπεριφοράς του. Από την εποχή του συμπεριφορισμού (behaviorism) έχουν επαναδιατυπωθεί και εμπλουτιστεί οι σχετικές θεωρίες, ωστόσο οι τεχνικές ενίσχυσης και επιβράβευσης εξακολουθούν να αποτελούν βασικές αρχές στη διαπαιδαγώγηση των παιδιών.
Μία συμπεριφορά που ενισχύεται τείνει να επαναλαμβάνεται και ένας αποτελεσματικός τρόπος για να μάθει ένα παιδί να εμπλέκεται σε κατάλληλες συμπεριφορές είναι να ενισχύεται στην κάθε του προσπάθεια προς αυτό τον στόχο. Αν ο γονέας παρατηρήσει τη συμπεριφορά και την ενισχύσει, τότε αυτή η συμπεριφορά είναι πιθανόν να συμβεί ξανά. Αν την αγνοήσει, είναι λιγότερο πιθανό να συμβεί στο μέλλον. Συνεπώς, είναι σημαντικό να μη λαμβάνουμε καμία συμπεριφορά ως δεδομένη. Πρέπει να ενισχύουμε τη σωστή συμπεριφορά, αλλιώς δεν θα έχει νόημα να παρουσιάζεται.
Ως επί το πλείστον παρατηρείται συχνά να δίνουμε προσοχή στα παιδιά όταν παρουσιάζουν «ανεπιθύμητες» συμπεριφορές, όπως φωνές, επιθετικότητα κλπ., με αποτέλεσμα την επανάληψη της συμπεριφοράς αυτής από τα παιδιά για να κερδίσουν ξανά την προσοχή του γονέα/φροντιστή. Είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι τα παιδιά χρειάζονται ενθάρρυνση, τόσο για τις «επιθυμητές» συμπεριφορές (επιβράβευση), όσο και για συμπεριφορές που προσπαθούν να χτίσουν (ενίσχυση). Ενισχύουμε κάθε προσπάθεια, ακόμη και αν δεν είναι επιτυχημένη, ώστε να ενθαρρύνουμε το παιδί να προσπαθήσει ξανά, καθώς μέσα από την απόκτηση εμπειριών επέρχεται η γνώση. Μέσω αυτής της διαδικασίας το παιδί μαθαίνει να δέχεται το λάθος και να διαχειρίζεται τη ματαίωση που πιθανά θα βιώνει μέσα από την αποτυχία.
Πρακτικά, το βασικό εργαλείο επιβράβευσης αποτελεί ο πίνακας με στόχους που σταδιακά μεταβάλλονται από ημερήσιους σε εβδομαδιαίους-μηνιαίους-ετήσιους. Κάθε φορά που το παιδί προσπαθεί να επιτύχει έναν από αυτούς, σύμφωνα με τις δυνατότητές του πάντα και τα όσα θα έχουμε προσυμφωνήσει από κοινού, το ενισχύουμε θετικά και επιβραβεύουμε με όποιον τρόπο έχουμε επιλέξει στη συμφωνία μας αυτή. Έχουμε πάντα σαν κατευθυντήριους παράγοντες τη χρονολογική ηλικία του παιδιού και τα ενδιαφέροντά του. Για παράδειγμα, μπορούμε να οργανώσουμε μια εκδρομή, να κάνουμε την αγαπημένη του δραστηριότητα, να πάρουμε ένα παιχνίδι που του αρέσει, να του μαγειρέψουμε το αγαπημένο του φαγητό κλπ.
Ολοκληρώνοντας, κάποια βασικά χαρακτηριστικά της προσπάθειας επιβράβευσης που είναι σημαντικό να τηρούμε είναι η σταθερότητα και η υπομονή, να τονίζουμε ότι το πιο σημαντικό είναι η προσπάθεια, να μη ξεχνάμε να τηρούμε και εμείς οι ίδιοι τα όρια και τους κανόνες και, τέλος, να αποφεύγουμε επαίνους «υπό όρους» (π.χ. «μόνο όταν φέρνεις καλούς βαθμούς είσαι καλό παιδί»). Ένα παιδί μπορεί να είναι καλό/κακό, αγαπητό ή συμπαθητικό ανεξαρτήτως του αν κατάφερε να τελειώσει μια άσκηση μαθηματικών σωστά ή αν χτύπησε το μικρό αδερφάκι. Αυτό που θέλουμε να αναδιαμορφωθεί είναι μια συμπεριφορά (π.χ. «είσαι κακό παιδί» – «το να χτυπάς τον αδερφό σου είναι κακή πράξη»). Μέσα από τη διαδικασία της ενθάρρυνσης και οριοθέτησης το παιδί αναπτύσσει την αυτοεκτίμησή του, την ικανότητα αυτορρύθμισης της συμπεριφοράς του, αλλά και τη δημιουργία θετικών σχέσεων με συνομηλίκους και γονείς – εκπαιδευτικούς.
Σταυρούλα Καλαντζή
Ψυχολόγος