Προσαρμογή του παιδιού στις αλλαγές και πώς μπορούμε να βοηθήσουμε

Δυσπραξία: Κύρια συμπτώματα και τρόποι αντιμετώπισης
18 Ιουλίου, 2018
Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και τα οφέλη της Νευροανάδρασης
27 Σεπτεμβρίου, 2018

Προσαρμογή του παιδιού στις αλλαγές και πώς μπορούμε να βοηθήσουμε

Τα σχολεία ξεκίνησαν και παιδιά – γονείς προσαρμόζονται σταδιακά στο νέο πρόγραμμα μετά από την ξεκούραση των διακοπών. Ως προσαρμογή  ορίζουμε την ικανότητα να ικανοποιούμε τις ανάγκες μας σε νέα περιβάλλοντα, ξεπερνώντας τυχόν δυσκολίες και εμπόδια. Αντίθετα, ως δυσκολία προσαρμογής αποδίδουμε τη μη κατάλληλη και ανεπιτυχή προσπάθειά μας να προσαρμοστούμε στις απαιτήσεις του περιβάλλοντος. Στα παιδιά και στους εφήβους η δυσκολία προσαρμογής συνήθως συνδέεται με ενόχληση ή δυσφορία και με έκπτωση της αποδοτικότητάς τους σε ένα ή περισσότερα περιβάλλοντα της καθημερινότητάς τους, με αποτέλεσμα την καθυστέρηση στην επίτευξη των αναπτυξιακών στόχων (Καλαντζή-Azizi & Ζαφειροπούλου, 2005).

Τα παιδιά, συχνά, δυσκολεύονται να διαχειριστούν και να προσαρμοστούν σε νέα περιβάλλοντα, είτε αυτά σχετίζονται με την εκπαίδευσή τους (π.χ. αλλαγή σχολείου, μετάβαση σε επόμενη τάξη, φροντιστήριο, αθλητική ομάδα κλπ), είτε έχουν να κάνουν με το οικογενειακό (π.χ. διαζύγιο, ερχομός μικρότερου παιδιού κλπ) και κοινωνικό τους (π.χ. αποχωρισμός από φίλο κλπ) περιβάλλον. Η δυσκολία αυτή μπορεί να εκφράζεται με έντονο θυμό, εκνευρισμό και δυσφορία, με άγχος, ανησυχία και έντονη κινητικότητα, τα οποία ως αποτέλεσμα έχουν τη χαμηλή επίδοση του παιδιού, την άρνησή του να εμπλακεί στις νέες καταστάσεις και, κυρίως, με έλλειψη κινήτρου.

Τις αλλαγές αυτές στη συμπεριφορά και στη διάθεσή τους, τις περισσότερες φορές τα παιδιά δεν μπορούν να τις εκφράσουν λεκτικά. Είναι, λοιπόν, σημαντικό ως γονείς να προσπαθούμε μέσα από τη συζήτηση να εντοπίσουμε το αίτιο της συμπεριφοράς και να βοηθήσουμε το παιδί να εκφράσει και να μπορέσει να ονοματίσει τα συναισθήματά του ελεύθερα, χωρίς να κρίνουμε αν αυτά είναι σωστά ή λάθος, ή αν τα αίτια είναι σημαντικά ή ασήμαντα.

Ο  χρόνος για αλληλεπίδραση, παιχνίδι, συζήτηση και επικοινωνία με το παιδί είναι καθοριστικός στη σχέση μας μαζί του. Με αυτόν τον τρόπο το παιδί νιώθει ότι μας ενδιαφέρουν όσα σκέφτεται, ότι είναι σημαντικό για εμάς και γίνεται αποδεκτό όπως ακριβώς είναι, χωρίς προϋποθέσεις και όρους. Μια απλή ερώτηση, όπως «Πώς πέρασες σήμερα στο σχολείο; Τι σου έκανε εντύπωση από αυτά που έμαθες;», είναι αρκετή για να ξεκινήσουμε μια συζήτηση με το παιδί, στο μέτρο που το ίδιο επιθυμεί και εμείς από την πλευρά μας το ενθαρρύνουμε. Προσέχουμε, ωστόσο, να μην ξεπεράσουμε τα όριο με της ερωτήσεις μας, δημιουργώντας την αίσθηση στο παιδί ότι «ανακρίνεται».

Τέλος, η συνεργασία γονέα – εκπαιδευτικού παίζει καθοριστικό ρόλο στην προσαρμογή του παιδιού και στον τρόπο που θα το βοηθήσουμε να την πετύχει. Με τη συχνή επικοινωνία ενημερώνονται και ο μεν και ο δε για τα βήματα που γίνονται στο σπίτι ή το σχολείο, για τον τρόπο αντιμετώπισης που ακολουθείται και για τη βελτίωση που σημειώνει το παιδί. Εκπαιδευτικός και γονείς είναι σύμμαχοι και συνεργάτες με κοινό σκοπό την ομαλότερη προσαρμογή του παιδιού.

Η συνεργασία και η παρέμβαση ειδικού ψυχικής υγείας είναι σημαντική σε περίπτωση που η συμπεριφορά του παιδιού φαίνεται να διαρκεί για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα και επηρεάζει σε σημαντικό βαθμό την καθημερινότητα του. Ωστόσο, χρειάζεται αρχικά να δώσουμε χρόνο και περιθώρια στο παιδί να αντιμετωπίσει τις δυσκολίες χρησιμοποιώντας τις δικές του δυνάμεις, παρέχοντάς του διακριτικά τη βοήθεια και την καθοδήγηση, όταν και εφόσον το χρειαστεί, χωρίς βεβαίως να αγχωνόμαστε και να του μεταδίδουμε το άγχος και τις ανησυχίες μας.

 

Βιβλιογραφία

 

Cole, M. & Cole, S. R. (2002). Η ανάπτυξη των παιδιών. Γνωστική και   ψυχοκοινωνική ανάπτυξη κατά τη νηπιακή και μέση παιδική ηλικία, Β΄τόμος. Αθήνα: Τυπωθήτω – Γ. Δαρδανός.

Καλαντζή-Azizi, Α. & Ζαφειροπούλου, Μ. (2011).  Προσαρμογή στο σχολείο. Αθήνα: Πεδίο.

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.