Η ΠΡΟΣΩΠΟΚΕΝΤΡΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΣΤΗΝ ΛΟΓΟΘΕΡΑΠΕΙΑ

“Το φαινόμενο του Πυγμαλίωνα”
20 Απριλίου, 2021
Συνεργασία εκπαιδευτικού και γονέα στην ειδική αγωγή
31 Μαΐου, 2021

Η ΠΡΟΣΩΠΟΚΕΝΤΡΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΣΤΗΝ ΛΟΓΟΘΕΡΑΠΕΙΑ

Η ΠΡΟΣΩΠΟΚΕΝΤΡΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΣΤΗΝ ΛΟΓΟΘΕΡΑΠΕΙΑ

     Η προσωποκεντρική θεωρία του Carl Rogers δεν αφορά μόνο την ψυχοθεραπεία και τη συμβουλευτική ψυχικής υγείας, αλλά επεκτείνεται στην εκπαίδευση και στην παιδαγωγική πρακτική. Ο ίδιος ο Rogers άρχισε ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 1940 να διατυπώνει την παιδαγωγική του φιλοσοφία και παράλληλα να εφαρμόζει ο ίδιος τις πρωτοποριακές παιδαγωγικές του μεθόδους, θέτοντας ως στόχο το συνδυασμό της εμπειρικής με τη γνωστική μάθηση και προτείνοντας στην ουσία ένα δημοκρατικό μοντέλο εκπαίδευσης.

     Από την παιδική χαρά μέχρι το πανεπιστήμιο, η ποιότητα της εμπειρίας μας στην εκπαίδευση επιδρά έντονα στη στάση μας απέναντι στη μάθηση. Σημαντικό ρόλο διαδραματίζει το πως αισθανόμαστε για τις εμπειρίες μας στο σχολείο και το πανεπιστήμιο καθώς επηρεάζει σημαντικά το βαθμό στον οποίο μπορούμε να εκμεταλλευτούμε τις εκπαιδευτικές ευκαιρίες που μας προσφέρονται. Γι’ αυτό, ο Rogers υποστήριξε ότι η εκπαίδευση πρέπει να επιτρέπει στην τάξη τη δημιουργία ενός κλίματος, μέσα στο οποίο το παιδί θα αισθάνεται ελεύθερο να κάνει λάθη και να μαθαίνει από το περιβάλλον, τους συμμαθητές, τους εκπαιδευτικούς και από την ίδια του την εμπειρία. Το παιδί χρειάζεται να ανακτήσει την διάθεση για μάθηση και  να καλλιεργήσει συνολικά την προσωπικότητα του κατακτώντας την αυτονομία του (Μέρυ, 2002).

     Η Προσωποκεντρική Προσέγγιση έχει την δυνατότητα να λειτουργήσει θεραπευτικά σε προγράμματα λογοθεραπείας για παιδιά κάθε ηλικίας.  Μέγιστη σημασία δίνεται στην ποιότητα της σχέσης μεταξύ θεραπευτή και παιδιού. Πιο συγκεκριμένα, αν η σχέση θεραπευτή – παιδιού χαρακτηρίζεται από δυσπιστία, τότε τα παιδιά αναπτύσσουν το συναίσθημα της ανασφάλειας. Αν νιώσουν ότι θα κριθούν αρνητικά για συναισθήματα ανεπάρκειας ή έλλειψη νοητικής κατανόησης που έχουν, θα είναι απρόθυμα να τα εκδηλώσουν. Αν δεν αισθάνονται αποδεκτά ως πρόσωπα, η ικανότητα να μαθαίνουν θα εξαφανιστεί και η μάθηση θα συνδεθεί περισσότερο με το φόβο της αποτυχίας παρά με την γοητεία της ανακάλυψης. Αν όμως, η σχέση είναι διευκολυντική σχέση, τότε σταδιακά το παιδί θα εμπιστευτεί τον εαυτό του και θα ανακαλύψει το «πρόσωπο» του. Οι τρεις βασικές διευκολυντικές συνθήκες (Μπρούζος, 2004), που ο θεραπευτής χρειάζεται να έχει προς τα παιδιά, είναι οι εξής:

  • Η αυθεντικότητα: Ο θεραπευτής έχει ακριβή αντίληψη των όσων συμβαίνουν εκείνη τη στιγμή στη σχέση του με το παιδί και δεν χρησιμοποιεί προσωπεία ή ρόλους. Έτσι, δεν αντιμετωπίζει τα παιδιά από μια θέση ισχύος, αλλά ως πρόσωπο σε επαφή με ένα άλλο πρόσωπο.
  • Η άνευ όρων αποδοχή: Ο θεραπευτής αποδέχεται και δείχνει σεβασμό για το κάθε παιδί, ως ξεχωριστό πρόσωπο στο σύνολο της προσωπικότητας του, έστω και αν η συμπεριφορά του δεν είναι αποδεκτή μέσα στην τάξη.
  • Η ενσυναίσθηση: Ο θεραπευτής μπαίνει στη θέση του παιδιού και διαθέτει ευαίσθητη επίγνωση του πώς φαίνεται η διεργασία της εκπαίδευσης και της μάθησης στον κάθε ένα ξεχωριστά.

    Επομένως, ο λογοθεραπευτής εμπιστεύεται την «τάση πραγμάτωσης», δηλαδή την έμφυτη τάση του κάθε παιδιού να αναπτύσσεται και η οποία προάγει την εξέλιξη και την αυτονομία του (Rogers, 1972).  

Βασιλική Δροσίδου,

Λογοθεραπεύτρια,

Προσωποκεντρική Σύμβουλος 

και Παιγνιοθεραπεύτρια

Βιβλιογραφία:

Μέρυ Τ. (2002). Πρόσκληση στην Προσωποκεντρική προσέγγιση. Αθήνα: Καστανιώτη

Rogers C. R (1972). Client-centerted therapy. Boston: Houghton Mifflin, 1951.

Μπρούζος Α. (2004). Προσωποκεντρική Συμβουλευτική, Θεωρία, Έρευνα και Εφαρμογές. Αθήνα: τυπωθήτω

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.